- ἁλιεύεται
- ἁλιεύωfishpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βακαλάος — Με την ονομασία αυτή πωλείται στο εμπόριο κατάλληλα επεξεργασμένος ο τελεόστεος ιχθύς γάδος καλλαρίας, γνωστός επίσης ως μπακαλιάρος, που ανήκει στην τάξη των γαδομόρφων. Το μήκος του μπορεί να ξεπεράσει το 1,5 μ. και το βάρος του τα 40 κιλά· το… … Dictionary of Greek
καλαμάρι — (Ζωολ.). Κεφαλόποδο μαλάκιο της οικογένειας των λολιγινιδών, της τάξης των τευθίδων. Η επιστημονική του ονομασία είναι Loligo vulgaris. Είναι διαδεδομένο στην παράκτια ζώνη όλων των θαλασσών και πλησιάζει τις ακτές για να αποθέσει τα αβγά του… … Dictionary of Greek
κυπρίνος — (Cyprinus). Γένος τελεόστεων ψαριών των γλυκών νερών, της οικογένειας των κυπρινιδών, με κύριο αντιπρόσωπο το είδος Cyprinus carpio. Ο κ. πιθανότατα κατάγεται από την Ασία, απ’ όπου διαδόθηκε στη συνέχεια στην Ευρώπη και πιο πρόσφατα στις… … Dictionary of Greek
κύπρινος — (Cyprinus). Γένος τελεόστεων ψαριών των γλυκών νερών, της οικογένειας των κυπρινιδών, με κύριο αντιπρόσωπο το είδος Cyprinus carpio. Ο κ. πιθανότατα κατάγεται από την Ασία, απ’ όπου διαδόθηκε στη συνέχεια στην Ευρώπη και πιο πρόσφατα στις… … Dictionary of Greek
λούτσος — Κοινή ονομασία τελεόστεων ψαριών του γένους Εsox, της οικογένειας των εσοκιδών, της τάξης των κλουπεομόρφων. Κυριότερος αντιπρόσωπος είναι το είδος Εsox lucius. Το σώμα του καλύπτεται ολόκληρο από λεπτά λέπια και είναι επίμηκες, με μέγιστο μήκος… … Dictionary of Greek
λυθρίνι — Κοινή ονομασία τελεόστεων ψαριών του γένους Pagellus, της οικογένειας των σπαριδών. Έχουν επίμηκες, πεπιεσμένο σώμα, μήκους 25 έως 45 εκ., καθώς και μεγάλο κεφάλι με μικρό στόμα που διαθέτει δύο σειρές γομφίων στην άνω σιαγόνα. Το χρώμα τους… … Dictionary of Greek
μαγιάτικος — η, ο, θηλ. και ια [Μάιος]·1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μήνα Μάιο ή αυτός που συμβαίνει κατά τον Μάιο 2. (για φυτά) αυτός που ανθίζει τον Μάιο 3. (για ζώα) αυτός που αλιεύεται ή θηρεύεται κατά τον Μάιο 4. το ουδ. ως ουσ. το μαγιάτικο… … Dictionary of Greek
ξιφίας — (xiphias gladius). Τελεόστεο περκόμορφο ψάρι, μοναδικό είδος της οικογένειας των ξιφιδών. Το ψάρι αυτό, που μπορεί να ξεπεράσει σε μήκος τα 4 μ. και ζυγίζει κατά μέσο όρο 300 κιλά, ζει σε όλες τις εύκρατες και θερμές θάλασσες και τρέφεται με… … Dictionary of Greek
παλαμίδα — (pelamus). Ψάρι του οποίου η επιστημονική ονομασία είναι πηλαμύς. Τα τελεόστεα ψάρια του είδους ανήκουν στην οικογένεια των σκομβριδών. Μοιάζουν αρκετά με τους τόνους αλλά το σώμα τους είναι μακρύτερο και σε σχήμα τορπίλας, γεγονός που τους… … Dictionary of Greek
ρέγγα — (clupea harengus). Τελεόστεο ψάρι. Το σώμα της είναι ατρακτοειδές με πρασινωπά λέπια, πολύ σκούρα στη ράχη και ασημόχρωμα στην κοιλιά. Το ακμαίο άτομο έχει μήκος 30 35 εκ. Ζει κατά μεγάλα κοπάδια που πλησιάζουν τις ακτές μεταξύ Απριλίου και… … Dictionary of Greek